Πέμπτη 12 Ιουλίου 2012

Γ. Βαρουφάκης: Έξοδος από την κρίση με μνημόνια, δεν υπάρχει

 
Aποκλειστική συνέντευξη του καθηγητή Οικονομικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, κ. Γιάννη Βαρουφάκη, στη Hellenic Mail και στον Θάνο Σιαφάκα…
Υπάρχει λύση για αυτό τον τόπο και ποια θα μπορούσε να είναι αυτή; Με εκτίμηση ύφεσης στο 9,13% για το τρίτο τρίμηνο και με εκτίμηση ανεργίας στο 24% επισήμως και 30% ανεπισήμως στο τέλος του έτους, τί περιθώρια……
υπάρχουν;
Περιθώρια για έξοδο από την κρίση, μέσα στο πλαίσιο συμφωνιών με την τρόικα, δεν υπάρχουν. Είναι πολύ απλό. Αυτή τη στιγμή, εάν δεν υπάρξει μια θεαματική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει η Ε.Ε. και η ευρωζώνη συγκεκριμένα την κρίση των χωρών της περιφέρειας αλλά και συνολικότερα του ευρώ, όχι μόνο η Ελλάδα, αλλά καμία από τις υπόλοιπες χώρες, ούτε η Ισπανία, ούτε η Ιταλία, ούτε η Ιρλανδία, ούτε η Πορτογαλία έχουν τη δυνατότητα ιδίοις δυνάμεις να ξεφύγουν από αυτή την κρίση.
Βλέπετε ευρωπαϊκή εμβάθυνση και ολοκλήρωση ή διάλυση της ευρωζώνης;
Θα ήθελα πολύ το πρώτο. Οι πράξεις των Ευρωπαίων ηγετών δεν με αφήνουν να είμαι αισιόδοξος. Γι’ αυτό το λόγο, αν ήταν να επιλέξω μεταξύ δύο προβλέψεων, δυστυχώς θα επέλεγα τη δεύτερη.
Αυτή τη στιγμή, είπατε, ότι πρέπει να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα σε ένα συνολικότερο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Εμείς, από την πλευρά μας, τί διεκδικούμε και με ποιον διαπραγματευόμαστε, αν πράγματι διαπραγματευόμαστε;
Η αντίληψή μου είναι ότι δεν διαπραγματευόμαστε απολύτως τίποτα. Έχουμε μια κυβέρνηση που απλώς ελπίζει ότι αυτά που θα μας δώσει η ευρωπαϊκή πλευρά θα είναι αρκετά για να πορευθούμε εντός της ευρωζώνης για τους επόμενους μήνες ή ακόμη και χρόνο.
Τί θα έπρεπε να διαπραγματευτούμε;
Θα έπρεπε να διαπραγματευτούμε τρία πράγματα κατ’ ελάχιστον, για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε. Αν γινόταν κάτι τέτοιο, σίγουρα αυτό θα ωφελούσε και την ύπαρξη της ευρωζώνης. Σε πρώτο επίπεδο, ό,τι ισχύει για τις ισπανικές και ιταλικές τράπεζες θα πρέπει να ισχύει και για τις ελληνικές. Δεν είναι δυνατόν το ελληνικό πτωχευμένο Δημόσιο να δανείζεται 50 δις εκ μέρους των τραπεζών, όταν την περασμένη εβδομάδα, η Ε.Ε. απεφάνθη σωστά, μετά από πολλές και μακρότατες διαπραγματεύσεις μεταξύ ουσιαστικά του κ. Μόντι και της κας Μέρκελ, ότι πρέπει να αποδεσμευθούν τα πτωχευμένα κράτη από τις πτωχευμένες τράπεζες. Αυτή ήταν η ουσία της απόφασης της προηγούμενης Συνόδου. Αυτό, όμως, απεφασίσθη μόνο για την Ιταλία και την Ισπανία. Θεωρώ ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει απαράβατο καθήκον να απαιτήσει το ίδιο και για την ελληνική πλευρά. Δεύτερον, σε μια οικονομία που συρρικνώνεται με το μεγαλύτερο βαθμό στην παγκόσμια οικονομική ιστορία μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, ίσως με την εξαίρεση της Λετονίας, δεν είναι δυνατό οι αποπληρωμές που αναγκαζόμαστε να κάνουμε στους δανειστές μας να παραμείνουν ίδιες με αυτές που θα ήταν σύμφωνα με το πρόγραμμα του μνημονίου 2, το οποίο προέβλεπε επιστροφή στην ανάκαμψη από το 2013. Με άλλα λόγια, η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει άμεσα να βρει εναλλακτική λύση, ένα μορατόριουμ αποπληρωμών μέχρι ο αρνητικός ρυθμός ανάπτυξης τουλάχιστον εκμηδενιστεί. Τρίτον, θα πρέπει να διαπραγματευτούμε τη μεγαλύτερη εμπλοκή της ΕΚΤεπ στην εκπόνηση ενός «New Deal», όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για την υπόλοιπη ευρωζώνη. Με αυτό εννοώ, η ΕΚΤεπ να πάψει να πρέπει να συγχρηματοδοτεί μόνο κατά 50% στα επενδυτικά προγράμματα για την Ελλάδα αλλά να συμμετέχει με το 100%. Επίσης, πρέπει να βρεθούν τρόποι έκδοσης ομολόγων έργων για αυτό και οι επενδύσεις της ΕΚΤ να γίνονται άμεσα στην Ελλάδα και όχι μέσω του Δημοσίου, φτάνοντας από 8% έως 10% του ΑΕΠ, ετησίως, για να μπορέσει η ελληνική οικονομία να ξεφύγει από τη δύσκολη θέση, στην οποία βρίσκεται. Αυτά είναι τα τρία πράγματα που θα έπρεπε η ελληνική κυβέρνηση να διαπραγματευτεί.Πώς, αλήθεια, επιτυγχάνεται η ανάπτυξη; Πάνω σε ποιους άξονες και ποιος θα χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη; Μήπως είναι καλύτερα, αυτή την ώρα, να μιλάμε για ανάσχεση της ύφεσης παρά για ανάπτυξη;
Στην ουσία, είναι το ίδιο πράγμα. Όταν έχεις ένα -10 και πας στο -5, τότε υπάρχει μια βελτίωση στον τομέα της ανάπτυξης. Ας πάμε πρώτα στο -5 και στο -1, για να φτάσουμε και στο +5 και +8 που θα είναι απαραίτητο για να αρχίσουμε να ανακάμπτουμε πραγματικά.
Διαπιστώνεται ωστόσο ότι η κυβέρνηση και οι τρεις πολιτικές δυνάμεις που τη στηρίζουν δεν έχουν τη διάθεση ρήξεων με την τρόικα. Ενδεχομένως να θεωρούν ότι αν μπαίναμε σε μια λογική διαπραγμάτευσης βασικών αξόνων του μνημονίου, ίσως αυτό το μπραντεφέρ να οδηγούσε σε ρήξη με την τρόικα. Τί λέτε εσείς;
Χωρίς την προοπτική μίας ρήξης, δεν υπάρχει ποτέ διαπραγμάτευση. Όχι μόνο στην περίπτωση της Ελλάδας, αλλά όπως και στην περίπτωση του εργαζόμενου και του εργοδότη, δύο γειτόνων για το μέχρι πού θα πάει ο φράχτης. Για να το πω διαφορετικά, ο μόνος λόγος για να διαπραγματευτεί η αντίπαλη μεριά μαζί σου είναι να φοβάται ότι αν δεν το κάνει, θα υπάρχει ρήξη. Αν κάποιος δηλώνει, πριν ακόμη διαπραγματευτεί, ότι δεν θα κάνει ρήξη, ουσιαστικά δηλώνει ότι σε τελική ανάλυση ό,τι και να του δώσουν, θα το δεχτεί. Αυτό δεν είναι διαπραγμάτευση, αλλά αίτημα.
Πιστεύετε ότι η πορεία της Ελλάδας, μέσω του εθνικού της νομίσματος, θα ήταν καταστροφή;
Αν είχαμε το εθνικό μας νόμισμα από το 2002 και δεν είχαμε μπει στο ευρώ, θα ήμασταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση σήμερα. Άλλο, όμως, αυτό και άλλο να το επαναδημιουργήσουμε για να τα υποτιμήσουμε. Με άλλα λόγια, άλλο να λέμε ότι δεν έπρεπε να ήμασταν στο ευρώ και άλλο να λέμε ότι πρέπει να βγούμε από αυτό, τώρα που είμαστε μέσα. Γι’ αυτό το λόγο, είμαι κάθετα εναντίον των σεναρίων επιστροφής στη δραχμή.
Hellenic Mail

Άσφαιρα μέσα, λάθος στόχος. Του Γιάννη Βαρουφάκη

Την τελευταία εβδομάδα απείχα από τον σχολιασμό της οικονομικής πολιτικής της νέας μας κυβέρνησης επειδή ήθελα να αφουγκραστώ το σκεπτικό και τις στρατηγικές της επιλογές. Μετά και το Eurogroup είναι πλέον ξεκάθαρο ότι η συγκυβέρνηση των τριών κομμάτων έχει επιλέξει λανθασμένο στόχο, τον οποίο θα προσπαθήσει να επιτύχει με αναποτελεσματικά μέσα.
O λάθος στόχος της επιμήκυνσης
Ο δεδηλωμένος πλέον στόχος του Υπουργείου Οικονομικών είναι η επίτευξη συμφωνίας επιμήκυνσης του «προγράμματος», κάτι που μεταφράζεται σε πιο αργές αποπληρωμές των δανείων (χωρίς μείωση επιτοκίου – καθώς επιμήκυνση με μείωση επιτοκίου παραπέμπει σε αναδιάρθωση, όπως θα θυμάστε) και μικρότερο ρυθμό μείωσης των δημοσίων δαπανών και αύξησης των δημοσίων εσόδων. Αυτή η επιμήκυνση παρουσιάζεται (ξανά) στο ελληνικό κοινό ως εξασφάλιση περισσότερου χρόνου για να πετύχει το «πρόγραμμα». Δυστυχώς, όπως και η επιμήκυνση που πέτυχε (σε σχέση με το πρώτο Μνημόνιο) ο κ. Γ. Παπανδρέου τον Μάρτιο του 2011, έτσι και αυτή η επιμήκυνση (αν επιτευχθεί) δεν πρόκειται να προσφέρει στην χώρα μας (δημόσιο και ιδιωτικό τομέα) περισσότερο χρόνο να πετύχει αλλά περισσότερο σχοινί για να κρεμαστεί.
Στην περίπτωση εκείνης της επιμήκυνσης (του Μαρτίου 2011), το αποτέλεσμα ήταν ο εκτροχιασμός που ακολούθησε μερικούς μήνες μετά (τον Ιούλιο του 2011) με αποτέλεσμα την εκπαραθύρωση του κ. Γ. Παπακωνσταντίνου, την μετακόμιση του κ. Βενιζέλου στην Πλατεία Συντάγματος, και, τέλος, το δεύτερο Μνημόνιο, το θλιβερό PSI, και την κατάρρευση της τραπεζικής πίστης στην χώρα. Στην περίπτωση μια νέας επιμήκυνσης προς το τέλος του 2012, ο νέος εκτροχιασμός του νέου «προγράμματος» το οποίο σίγουρα θα ακολουθήσει, πολύ πιθανόν να φέρει την εκπαραθύρωση όχι απλώς του υπουργού Oικονομικών αλλά και της Ελλάδας από την Ευρωζώνη (με ό,τι αυτό συνεπάγεται – δηλαδή, την διάλυση της ίδιας της Ευρωζώνης).
Πώς είμαι τόσο σίγουρος ότι μια επιμήκυνση δεν θα μας εξασφαλίσει περισσότερο χρόνο να πετύχουμε; Γιατί επιμένω ότι θα μας προσφέρει μακρύτερο σχοινί για να κρεμαστούμε; Οι λόγοι δύο:
Πρώτον, επειδή (όπως έγραφα και τον Μάρτιο του 2011 σχετικά με εκείνη την Παπανδρεϊκή επιμήκυνση) είναι κοινός τόπος μεταξύ επενδυτών ότι το ελληνικό δημόσιο κάποια στιγμή θα αναγκαστεί να ξανα-κουρέψει τα δάνειά του – να βρεθεί σε κατάσταση default – καθώς μια οικονομία που συρρικνώνεται σε ρυθμό -7% με -10% θα πρέπει να πληρώνει... αρνητικά επιτόκια για να διατηρεί κάποια ελπίδα ότι θα δύναται να καταβάλει έγκαιρα τις δόσεις των δανείων του δημοσίου της.
Δεύτερον, επειδή η ουσιαστική κατάργηση της τραπεζικής πίστης (αλλά και των άτυπων κυκλωμάτων ιδιωτικής πίστης, π.χ. μεταχρονολογημένες επιταγές, ανοχή της μίας επιχείρησης από την άλλη), και η αντικατάστασή της από την απαίτηση πληρωμών τοις μετρητοίς, σηματοδοτεί ότι δεν βρισκόμαστε απλά σε κατάσταση βαθειάς ύφεσης αλλά σε συνθήκες οικονομικής καθίζησης όπου ακόμα και οι κερδοφόρες επιχειρήσεις ασφυκτιούν. Υπό αυτές τις συνθήκες, και καθώς οι αγορές αναμένουν το σίγουρο default του ελληνικού δημοσίου (χωρίς όμως να ξέρουν το πότε ακριβώς θα επέλθει), καμία σοβαρή επένδυση δεν θα γίνει, όσες μεταρρυθμίσεις και να κάνει η κυβέρνηση (κάτι που δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν πρέπει να γίνουν μεταρρυθμίσεις). Περισσότερος χρόνος, μια επιμήκυνση αυτής της κατάστασης, ισοδυναμεί με το μακρύτερο σχοινί στο οποίο αναφερόμουν.
Εν συντομία, στο σημείο που βρίσκεται η ελληνική οικονομία, μια επιμήκυνση είναι το χειρότερο που μπορεί να της συμβεί.
Αν είναι να πτωχεύσει το δημόσιο σίγουρα για άλλη μια φορά (να κηρυχθεί σε κατάσταση default, όπως και τον Μάρτιο που πέρασε), καλύτερα σήμερα, παρά τον Νοέμβριο ή του χρόνου. Οπότε, είτε η κυβέρνηση πρέπει να πείσει την Ευρώπη για κάτι εντελώς διαφορετικό από μία επιμήκυνση (κάτι που ακυρώνει, αντί να αναβάλει, την επόμενη πτώχευση) είτε να την προκαλέσει όσο γρηγορότερα γίνεται (αποκομίζοντας όσα οφέλη μπορεί από τον πανικό που κάτι τέτοιο θα προκαλέσει – π.χ. απειλώντας ότι θα απορρίψει την δόση του Αυγούστου την οποία, έτσι κι αλλιώς, θα πρέπει να επιστρέψει ολόκληρη στην ΕΚΤ). Δυστυχώς, η σημερινή κυβέρνηση, όπως και οι κκ. Παπανδρέου-Παπακωνσταντίνου τον Μάρτιο του 2011, επιλέγουν τον στόχο μιας ακόμα δηλητηριώδους επιμήκυνσης, εκμεταλλευόμενοι, άλλη μια φορά, το δέλεαρ του κλασικού νεο-ελληνικού «ας εξασφαλίσουμε λίγο ακόμα χρόνο κι έχει ο θεός». Δυστυχώς ο «Θεός» δεν «έχει» άλλο. Στο τέλος της επόμενης επιμήκυνσης, αν την πάρουμε, βρίσκεται η δραχμή. Όποιος νιώθει (όπως κι εγώ) τρόμο με την ιδέα αυτή, πρέπει να απεγκλωβιστεί άμεσα από την καταστροφική λογική μιας ακόμα επιμήκυνσης.
Τα άσφαιρα μέσα για την επίτευξή του
Ας αφήσουμε τον στόχο (της επιμήκυνσης) και το κατά πόσο είναι ο σωστός ή όχι. Ας επικεντρωθούμε τώρα στα μέσα που επέλεξε η κυβέρνηση για να πετύχει τον στόχο της (ανεξάρτητα από το κατά πόσον συμφωνούμε ή όχι μαζί του). Τι μέσα επέλεξε; Την στρατηγική του «υποδειγματικού φυλακισμένου» ο οποίος κάνει ό,τι του πουν στην φυλακή μπας και η υπηρεσία πειστεί ότι αναμορφώθηκε και αποφασίσει την υπό περιορισμούς απόλυσή του μια ώρα αρχίτερα.
Αν βρισκόμουν ποτέ στην φυλακή, ομολογώ ότι κι εγώ αυτή την στρατηγική θα ακολουθούσα. Θα πάσχιζα να φαίνομαι «μεταμελημένος», «μεταμορφωμένος» και πρόθυμος να κάνω το οτιδήποτε αρκεί να βγω μια ώρα αρχίτερα. Το πρόβλημα όμως είναι ότι άλλο Κορυδαλλός κι άλλο κρεματόριο. Δυστυχώς, η δανειακή μας σύμβαση (γνωστή κι ως 2ο Μνημόνιο) μοιάζει με το δεύτερο: όσο πιο πρόθυμα αποδεχόμαστε τους «κανόνες» που μας επιβάλονται, τόσο πιο κοντά στην «τελική λύση» βρισκόμαστε. Μην γελοιόμαστε φίλες και φίλοι: η Φρανκφούρτη και το Βερολίνο έχουν αποφασίσει ότι η Ελλάδα δεν έχει θέση στην Ευρωζώνη. Τελεία και παύλα. Περιμένουν την στιγμή που συμφέρει εκείνους να εκπαραθυρωθούμε (μετά default και άγριου κουρέματος των δανείων του δημοσίου στην ΕΚΤ και την ΕΕ – όχι και στο ΔΝΤ). Η στιγμή αυτή δεν έχει έρθει. Όσο όμως εμείς ακολουθούμε την στρατηγική του «υποδειγματικού κρατούμενου» τόσο πιο σίγουρο είναι ότι θα έρθει. Και θα έρθει σε μια στιγμή που θα επιλεγεί με γνώμονα τα οφέλη των τραπεζών της Φραγκφούρτης. Μια χρονική στιγμή όταν η ελληνική οικονομία θα είναι ακόμα πιο αδύναμη από ό,τι σήμερα και παντελώς ανίσχυρη να διαχειριστεί την εθνική καταστροφή που θα σηματοδοτήσει μια τέτοια εξέλιξη.
Μήπως έχω άδικο; Μήπως τελικά η κυβέρνηση έχει δίκιο όταν λέει ότι, εφόσον καταφέρουμε να δείξουμε καλά δείγματα γραφής ως προς την εφαρμογή του «προγράμματος», μπορεί να τους αλλάξουμε γνώμη και να υποχωρήσει η κάθετη άρνηση των πλεονασματικών χωρών να συμφωνήσουν σε νέους, βατούς για την χώρα μας, όρους; Μακάρι να ήταν έτσι τα πράγματα. Δεν είναι όμως. Ίσως να ήταν αν υπήρχε πιθανότητα να πετύχουμε, έστω και με απόκλιση 30%, τους όρους του 2ου Μνημονίου. Τέτοια όμως πιθανότητα δεν υπάρχει. Είναι σαν να ζητάς από μια στρουθοκάμηλο να προσπαθήσει να πετάξει. Απλά, δεν γίνεται.
Ας είμαι πιο ακριβής: Πάρτε τις ιδιωτικοποιήσεις. Γιατί δεν μπορούν να γίνουν; Και βέβαια μπορούν. Θεωρητικά, μπορούν να έχουν πουληθεί όλα τα φιλέτα (ΟΠΑΠ, ΕΥΔΑΠ, ΔΕΗ, Ελληνικό, ακίνητα) μέχρι την επόμενη εβδομάδα. Όμως, να σας θυμίσω, δεν είναι αυτή η δέσμευσή μας προς την τρόικα. Η δέσμευσή μας αφορά το ποσό το οποίο θα αποκομίσουμε από τις πωλήσεις αυτές καθώς η τρόικα, ανοήτως (και με χαρακτηριστικό κυνισμό), είχε προσμετρήσει στα ποσά που απαιτούνται για την «δημοσιονομική προσαρμογή» των δημοσιονομικών μας τα 50 δις (!) που θα... έφερναν οι ιδιωτικοποιήσεις. Κάθε ευρώ λιγότερο (από αυτές τις πωλήσεις) θα πρέπει να αναπληρωθεί είτε από περισσότερα ευρωπαϊκά δάνεια (κάτι που η γερμανική Βουλή θα απορρίψει) είτε από περαιτέρω μειώσεις μισθών και συντάξεων (ή περισσότερους φόρους) που, φυσικά, θα εντείνουν κι άλλο την σκοτοδίνη της κοινωνικής μας οικονομίας εντείνοντας την Κρίση. Από αυτά τα 50 δις, δεδομένης της έλλειψης ζήτησης σε μια υπό κατάρρευση χώρα, αν η κυβέρνηση πιάσει τα 9 δις θα είναι τυχερή ανεξάρτητα από τον πόσο ζήλο δείξει. Για να το πω απλά: οι στόχοι του 2ου Μνημονίου όσον αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις είναι άπιαστοι. Το ίδιο (και χειρότερα) ισχύει όσον αφορά τα δημόσια έσοδα: όσο πιο πολύ σφίγγει το ζωνάρι το υπουργείο οικονομικών, τόσο μεγαλύτερες και διογκούμενες οι υστερήσεις των εσόδων και των αποκλίσεων από το «πρόγραμμα».
Θα μου πείτε: Αυτά δεν τα γνωρίζει η τρόικα; Μήπως αρκεί, για να αλλάξουν γνώμη και στάση απέναντι στην Ελλάδα, το να μας δουν «επιτέλους» να πουλάμε ή και να κλείνουμε κανέναν δημόσιο οργανισμό ως δείγμα ότι δεν τους αγνοούμε (κι ας αποκομίσουμε μόνο 20% σε σχέση με τις τιμές πώλησης που αναγράφει το 2ο Μνημόνιο); Θεωρώ πως η απάντηση είναι αναμφισβήτητα αρνητική. Το κέντρο βάρους της Κρίσης έχει φύγει από την Ελλάδα κι βρίσκεται πλέον στον άξονα Μαδρίτης-Ρώμης. Παρά την ενδιαφέρουσα Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου, η κατάσταση σε Ισπανία-Ιταλία παραμένει εκρηκτική επειδή η Γερμανία αρνείται τα αυτονόητα. Σε αυτή την διελκυστίνδα Βορρά-Νότου, με την Γαλλία να χτυπά μια στο καρφί και μια στο πέταλο, η Ελλάδα δεν θα πάρει τίποτα το ουσιαστικό όσο «υποδειγματική» κι αν είναι ως φυλακισμένη. Εκτός αν αποβάλει την στρατηγική του «υποδειγματικού κρατούμενου» και το απαιτήσει απειλώντας ότι δεν θα δανειστεί στις 20 Αυγούστου μερικά δισεκατομμύρια για να τα δώσει αμέσως (όπως είχε συμφωνήσει ο κ. Βενιζέλος με την τρόικα) στην ΕΚΤ. Κι αν είναι να το απαιτήσει, πρέπει να το απαιτήσει τώρα – πριν η κατάρρευση της τραπεζικής πίστης κατακάψει ό,τι ζωντανά βλαστάρια έχουν απομείνει στην έρημο της οικονομίας μας.  Αν δεν το κάνει, τότε (αντίθετα με την ρητορική της στάση) θα μείνει στην ιστορία ως η κυβέρνηση που μας επέστρεψε, ακουσίως, στην δραχμή.
Συμπέρασμα
Η κυβέρνηση πρέπει να αναθεωρήσει σήμερα τον στόχο της επιμήκυνσης. Δεν βοηθά -  όσο μεγάλη και «γενναιόδωρη» κι αν είναι. Παράλληλα, πρέπει να αναθεωρήσει την επιλογή της στρατηγικής του «υποδειγματικού φυλακισμένου», κατανοώντας επιτέλους ότι δεν βρίσκεται στον Κορυδαλλό αλλά σε κρεματόριο όπου μετρά μέρες έως την «τελική λύση». Έχω ήδη περιγράψει τι σημαίνει μια ουσιαστική διαπραγμάτευση.
Σε αυτά θα προσθέσω μόνον ένα:
Όλοι λένε (εντός και εκτός της Ελλάδας) ότι, αντίθετα με την Ισπανία και την Ιρλανδία (όπου οι τράπεζες οδήγησαν τα κράτη στην πτώχευση), οι ελληνικές τράπεζες «δεν φταίνε» για την Κρίση. Ότι οι ίδιες αποτελούν «παράπλευρα θύματα» της κρίσης χρέους του ελληνικού δημοσίου (το οποίο έφερε την ύφεση και το κούρεμα). Δεν συμφωνώ με αυτού του είδους την απόδοση ευθυνών (καθώς κρίνω ότι τόσο η παγκόσμια όσο και η ελληνική Κρίση δημιουργήθηκε από μια ανίερη συμμαχία κρατών και τραπεζών). Δεν έχει όμως σημασία. Ας χρησιμοποιήσει αυτό το επιχείρημα η ελληνική κυβέρνηση λέγοντας περίπου τα εξής στους ευρωπαίους:
«Έστω ότι το ελληνικό δημόσιο πρέπει να τιμωρηθεί και να μπει στον προκρούστη του Μνημονίου. Οι ελληνικές τράπεζες όμως οι οποίες, σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές, ήταν παράδειγμα προς μίμηση, γιατί να τιμωρηθούν με πλήρη κατάρρευση, δεδομένου ότι η συνεχιζόμενη διασύνδεσή τους με το πτωχευμένο ελληνικό δημόσιο τις καθηλώνει στον βούρκο της πτώχευσης; Γιατί να μην διαχωριστεί, όπως αποφασίστηκε για τις αμαρτωλές ισπανικές τράπεζες, η επανακεφαλαιοποίησή τους από το δημόσιο χρέος;»
Ένα τέτοιο επιχείρημα-ερώτημα θα αφήσει τους εταίρους μας σιωπηλούς, καθώς δεν έχουν να αντιτάξουν αντεπιχείρημα. Αποτελεί μια θαυμάσια βάση για αρχή ουσιαστικής επαναδιαπραγμάτευσης εφόσον βέβαια είμαστε διατεθειμένοι να δώσουμε ως «κίνητρο» στην Γερμανία την υπόσχεσή μας ότι, αν δεν γίνει τουλάχιστον αυτό (δηλαδή τα 30 με 50 δις της επανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών), τότε η ελληνική κυβέρνηση, αναλογιζόμενη τις ηθικές και πολιτικές ευθύνες της απέναντι στους γερμανούς και ολλανδούς φορολογούμενους, δεν θα δανειστεί στις 20 Αυγούστου τεράστια δανεικά (και, λόγω ύφεσης, αγύριστα) από το (χρηματοδοτούμενο από τους φορολογούμενους της Γερμανίας και της Ολλάνδίας) EFSF για να τα δώσει στην ΕΚΤ
Πηγή: protagon.gr (via tvxs.gr)