Από το Κοινοτικόν
(Απόσπασμα από εισήγηση που παρουσιάστηκε στην 6η Πανελλήνια Συνάντηση του Άρδην και της Ρήξης, το Σεπτέμβριο του 2010, στην Αθήνα)
Ολοένα και πιο φανερά, η κρίση και επαπειλούμενη χρεοκοπία της χώρας συνοδεύεται από τη θανάσιμη κρίση και επαπειλούμενη χρεοκοπία μιας συγκεκριμένης Αριστεράς, η οποία προκάλεσε την τελευταία δεκαετία (δυσανάλογο με το πραγματικό της μέγεθος) θόρυβο, ο οποίος με τη σειρά του έπεισε αρκετούς ανθρώπους για την πιθανότητα αυτή η Αριστερά να αποτελέσει τον καταλύτη στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις.
Παρατηρούμε, λοιπόν, το φαινομενικά παράδοξο η βιαιότητα της επίθεσης της κυβέρνησης και της κατοχικής τρόικας σε βάρος των λαϊκών συμφερόντων, αντί να φέρνει στο πολιτικό προσκήνιο αυτήν την Αριστερά, να την οδηγεί αντίθετα στα τάρταρα της πολιτικής ανυποληψίας, σπαρασσόμενη, μπλοκαρισμένη, αμήχανη και εν τέλει παντελώς αδύναμη να προσφέρει την παραμικρή βοήθεια στο λαό, στον οποίο θεωρητικώς ομνύει, αλλά και στον ίδιο της τον εαυτό.
Ο συχνά γελοιογραφικός και επιθεωρησιακός χαρακτήρας της δραστηριότητάς της (περίπτωση αρνήσεων Σακοράφα - Τσακνή, αναζήτηση «σοσιαλιστών» για υποψηφίους των μεγάλων δήμων και περιφερειών, διπλές και τριπλές υποψηφιότητες, δημιουργία αναρίθμητων «μετώπων», «βημάτων», «πρωτοβουλιών» των ολίγων δεκάδων μελών έκαστο, ατέρμονοι καυγάδες και συναλλαγές μεταξύ οργανώσεων, κομμάτων, συνιστωσών, μετώπων, προσώπων με επίδικο την «ενότητα της αριστεράς», ξυλοδαρμοί κ.λπ.) αποκρύπτει μια πλειάδα παραγόντων που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη σημερινή ανυποληψία αυτής της Αριστεράς είτε στην κοινοβουλευτική της μορφή (ΣΥΝ / ΣΥΡΙΖΑ, ΔΗ.ΑΡΙ.) είτε στη «ριζοσπαστική» εξωκοινοβουλευτική της.
Οι παράγοντες αυτοί είναι ισχυρά αλληλοεξαρτώμενοι και σαν πιο σημαντικούς θα μπορούσαμε να αριθμήσουμε:
● Την ταξική διαστρωμάτωση των οργανώσεων και των κομμάτων αυτής της Αριστεράς.
● Τη στάση που κράτησαν από το '90 και μετά απέναντι στη σχέση κοινωνικού - εθνικού - διεθνούς σε συνθήκες παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού και νέας τάξης πραγμάτων.
● Τη στάση που κράτησαν απέναντι στις «νέου τύπου» εξεγέρσεις και τα πολιτικά συμπεράσματα που έβγαλαν από παρόμοια κοινωνικά φαινόμενα (π.χ. εξέγερση του Δεκέμβρη).
Στο κείμενο που ακολουθεί θα επιχειρηθεί να αναλυθούν οι πιο πάνω παράγοντες. Από την ανάλυση αυτή θα εξαιρεθεί το ΚΚΕ, όχι γιατί δεν το αφορούν κάποια από τα στοιχεία της ανάλυσης, αλλά γιατί, πρώτον, φέρει κάποια ιδιαίτερα ταξικά, πολιτικά και οργανωτικά χαρακτηριστικά που το διαφοροποιούν σε σημαντικό βαθμό από την υπόλοιπη Αριστερά και, δεύτερον, είναι κάτι πάρα πάνω από φανερή η άρνησή του να επιδιώξει οποιοδήποτε ρόλο καταλύτη στις πολιτικές εξελίξεις.
Η επιλογή της οργανωτικής αυτάρκειας και αυτοποιητικής αναπαραγωγής της οργανωτικής του δομής αποτελεί την κυρίαρχη στρατηγική επιλογή αυτού του κόμματος.
Η ταξική διαστρωμάτωση
Η όποια δυναμική κομμάτων και οργανώσεων της σύγχρονης «ριζοσπαστικής», «ανανεωτικής» ή «επαναστατικής» Αριστεράς αναπτύσσεται κυρίως εντός των μεσαίων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας και ιδιαίτερα σε αυτά που αναδύθηκαν την τελευταία εικοσαετία.
Έτσι, εκτός από την παραδοσιακή δεξαμενή της δημοσιοϋπαλληλίας, η Αριστερά αυτή ζει και αναπτύσσεται στο χώρο των Πανεπιστημίων και της «διανόησης», στα υψηλά κλιμάκια των υπουργείων και των οργανισμών, στα ευρωπαϊκά προγράμματα, στις επιδοτούμενες ΜΚΟ, στη διαφήμιση, στη βιομηχανία του θεάματος και της «νεολαιίστικης κουλτούρας», στον ανώτερο τεχνικό κόσμο και την πληροφορική.
Η σχέση της με τον κόσμο της χειρωνακτικής εργασίας, της υπαίθρου, του μικρού μαγαζιού ή της βιοτεχνίας και της απροστάτευτης ανειδίκευτης εργασίας είναι από αναιμική έως ανύπαρκτη.
Το πνεύμα του παρασιτισμού, του καταναλωτικού ευδαιμονισμού, του ατομισμού και εστετισμού, του διανοητικού κομφορμισμού που χαρακτηρίζει αυτά τα νέα μεσαία στρώματα δεν ετρώθη από την αριστερή τοποθέτηση κάποιων μελών τους, αλλά αντίθετα καθόρισε το επίπεδο της ανάλυσης της πραγματικότητας, της οργανωτικής μορφής και της ποιότητας του πολιτικού λόγου των αντίστοιχων αριστερών οργανώσεων και κομμάτων.
Ιδιαίτερα στον χώρο της νεολαίας και των πρώτων παραγωγικών ηλικιών, η ομολογία πίστεως στις «αξίες της Αριστεράς» δεν χρειάζεται να συνοδεύεται από μια ριζική διαφοροποίηση στο επίπεδο του τρόπου ζωής σε σχέση με τους ομήλικους που ενστερνίζονται άλλες «αξίες», πέρα ίσως από την τήρηση κάποιων κανόνων αριστερού λάιφ στάιλ και πολιτικής ορθότητος.
Επιπρόσθετα η μεταμοντέρνα δυσανεξία απέναντι σε σταθερές συλλογικές ταυτότητες οδηγεί και σε μια χαλαρή κι εξατομικευμένη δέσμευση απέναντι στις συλλογικότητες (οργάνωση, συνδικάτο κ.λπ.).
Έχει συνεπώς ενδιαφέρον να εντοπίσει κανείς ομοιότητες στην πολιτική συμπεριφορά που επέδειξαν οι πολιτικοί σχηματισμοί αυτής της Αριστεράς με χαρακτηριστικά της κοινωνικής συμπεριφοράς των νέων μεσαίων στρωμάτων.
Έτσι, τη στιγμή που ξέσπαγε με σφοδρότητα στη χώρα η κρίση του χρέους και οδηγούνταν στη χρεοκοπία (πραγματικά και μεταφορικά) το οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο της μεταπολίτευσης, η συγκεκριμένη Αριστερά μιλούσε για «κρίση - πρόσχημα», «για τρικ του αστισμού» και λοιπές αστειότητες άρνησης της πραγματικότητας, βουτηγμένη στη μακαριότητα της καθημερινότητάς της: εξαγγελία μιας νέας αντιρατσιστικής πορείας, κινητοποίηση σε κάποια συνοικία για την αστυνομική αυθαιρεσία και νιοστή κατάληψη κάποιας πρυτανείας για το άσυλο.
Όταν σύντομα κατάλαβε το μέγεθος του προβλήματος και τη βαναυσότητα της επίθεσης από τη μεριά της κυβέρνησης και των ελίτ που την στηρίζουν, άρχισε μια ακατάσχετη συνθηματολογία για «λεφτά που υπάρχουν», για «λαϊκά ομόλογα», για «πανευρωπαϊκές απεργίες» και λοιπές μπαρούφες, κάλυμμα της αδυναμίας οργάνωσης της λαϊκής ανταπάντησης, εδώ και τώρα και στο ίδιο επίπεδο σφοδρότητας με την επίθεση που δέχεται ο λαός και η χώρα.
Συνακόλουθα υποστηρίχτηκαν και τότε διαδικασίες και μέθοδοι πάλης που προσιδιάζουν στις παρελθούσες περιόδους της ευμάρειας, της ανάπτυξης και της «κοινωνικής συναίνεσης», στη θερμοκοιτίδα δηλαδή που ενηλικιώθηκαν τα νέα μεσαία στρώματα, και όχι σε μια περίοδο θανάσιμου ταξικού ανταγωνισμού όπου ο «θάνατος» πλατιών κοινωνικών στρωμάτων και ίσως και της ίδιας της χώρας είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη «ζωή» των ντόπιων ελίτ και των υπερεθνικών προστατών ή συνεργατών τους. Συνεπώς: αναμονή από τα συνδικάτα - εξαγγελία 24ωρης απεργίας - πορεία - αναμονή για νέα εξαγγελία - νέα απεργία ή στάση εργασίας, κλπ, κλπ.
Όπως ήταν αναμενόμενο, ο πρώτος γύρος της αντιπαράθεσης έληξε με καθαρή νίκη (προσωρινή, ελπίζουμε) των κατοχικών δυνάμεων και της κυβέρνησης ανδρεικέλων του Παπανδρέου, καθώς ο τελευταίος, με την αμέριστη συμπαράσταση των ΜΜΕ, κατόρθωσε να πλασάρει εαυτόν ως εθνοσωτήρα που με τα μέτρα του αποσόβησε την άμεση πτώχευση της χώρας.
Ο λαός παραμένει παραζαλισμένος από τα χτυπήματα, το πολίτευμα ολιγαρχοποιείται τάχιστα, η χώρα οδεύει σε πλήρη εκποίηση, αν όχι διάλυση, η εθνική κυριαρχία περιορίζεται όχι μόνο σε επίπεδο εθνικής οικονομίας αλλά και σε εκείνο της εθνικής ακεραιότητας και η εν λόγω Αριστερά βγάζει τα «συμπεράσματά» της:
Είτε φταίει η «κακούργα κενωνία» κι ο «καθυστερημένος» λαός που δεν καταλαβαίνουν την (ανύπαρκτη) αριστερή πρόταση «αγώνα κι εξόδου από την κρίση», είτε φταίνε οι «αντικειμενικές συνθήκες», είτε φταίει «η πολυδιάσπαση της Αριστεράς» (άρα ξανά κι απ' την αρχή το προσφιλές σπορ των συζητήσεων και των πάρε - δώσε για μια «νέα» ενότητα της Αριστεράς), είτε τέλος το προγραμματικό, ιδεολογικό και οργανωτικό κενό αναπληρώνεται με κραυγαλέες διακηρύξεις για ένα «νέο ΕΑΜ», μια «νέα παλιγγενεσία», ένα «νέο '17» και άλλα ηρωικά και ταυτόχρονα πένθιμα, όταν εξαγγέλλονται από τη συγκεκριμένη αριστερά!
Συνάμα, σε πιο ατομικό επίπεδο, η αποστράτευση και η απογοήτευση των ειλικρινών οπαδών και η λογική ο σώζων εαυτόν σωθήτω των «περαστικών», κάνουν ορατά πια τα σημάδια τους εντείνοντας τον κίνδυνο της πολιτικής κατάρρευσης.
Συνοψίζοντας διαπιστώνουμε ότι οι πολιτικές αντιδράσεις αυτού του χώρου βρίσκονται σε συνάφεια με τη μεσοαστική ταξική του βάση. Ο μοντέρνος μεσοαστός βλέπει την καταστροφή να έρχεται, αλλά συνεχίζει να ζει στη λάιφ στάιλ μακαριότητά του.
● Όταν εκείνη έρθει, πανικόβλητος προσπαθεί να αντιδράσει, αλλά έχει ξεχάσει πως τα όπλα του είναι σκουριασμένα (συχνά, δε, στο πίσω μέρος του μυαλού του εξακολουθεί να παραμυθιάζεται με την ελπίδα πως κάτι θα γίνει και τα «πράγματα θα αλλάξουν»).
● Όταν η καταστροφή συντελείται, τότε είτε ρίχνει το φταίξιμο στους «άλλους», είτε το ρίχνει στους αυτοοικτιρμούς και την ομφαλοσκόπηση είτε «αντιμετωπίζει» την πραγματικότητα πυροβολώντας την με τους ευσεβείς του πόθους…
Εν τέλει θα ήταν ιστορικά παράδοξο πολιτικές οργανώσεις μεσοαστών να μπορούσαν να συνθέσουν και να οργανώσουν τη λαϊκή πάλη απέναντι σε μιας τέτοιας έκτασης πολύπλευρη επίθεση, όπως αυτή που δέχεται σήμερα ο ελληνικός λαός, χωρίς να αυτοαναιρεθούν.
Η ύπαρξη, εντός της υπό περιγραφή Αριστεράς, αξιόλογων φωνών και ομαδοποιήσεων, που δείχνουν να αντιλαμβάνονται το διακύβευμα και σίγουρα μπορούν να βοηθήσουν στην οργάνωση της λαϊκής άμυνας δεν αναιρεί την εικόνα που εκπέμπει ο μέσος όρος.
Η αναμενόμενη κατάρρευση πλήθους μεσοστρωμάτων, ακόμα και των ευνοημένων της τελευταίας δεκαετίας, απειλεί να συμπαρασύρει και τους πολιτικούς τους εκφραστές και όχι μόνο στα κόμματα εξουσίας…
(Απόσπασμα από εισήγηση που παρουσιάστηκε στην 6η Πανελλήνια Συνάντηση του Άρδην και της Ρήξης, το Σεπτέμβριο του 2010, στην Αθήνα)
Ολοένα και πιο φανερά, η κρίση και επαπειλούμενη χρεοκοπία της χώρας συνοδεύεται από τη θανάσιμη κρίση και επαπειλούμενη χρεοκοπία μιας συγκεκριμένης Αριστεράς, η οποία προκάλεσε την τελευταία δεκαετία (δυσανάλογο με το πραγματικό της μέγεθος) θόρυβο, ο οποίος με τη σειρά του έπεισε αρκετούς ανθρώπους για την πιθανότητα αυτή η Αριστερά να αποτελέσει τον καταλύτη στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις.
Παρατηρούμε, λοιπόν, το φαινομενικά παράδοξο η βιαιότητα της επίθεσης της κυβέρνησης και της κατοχικής τρόικας σε βάρος των λαϊκών συμφερόντων, αντί να φέρνει στο πολιτικό προσκήνιο αυτήν την Αριστερά, να την οδηγεί αντίθετα στα τάρταρα της πολιτικής ανυποληψίας, σπαρασσόμενη, μπλοκαρισμένη, αμήχανη και εν τέλει παντελώς αδύναμη να προσφέρει την παραμικρή βοήθεια στο λαό, στον οποίο θεωρητικώς ομνύει, αλλά και στον ίδιο της τον εαυτό.
Ο συχνά γελοιογραφικός και επιθεωρησιακός χαρακτήρας της δραστηριότητάς της (περίπτωση αρνήσεων Σακοράφα - Τσακνή, αναζήτηση «σοσιαλιστών» για υποψηφίους των μεγάλων δήμων και περιφερειών, διπλές και τριπλές υποψηφιότητες, δημιουργία αναρίθμητων «μετώπων», «βημάτων», «πρωτοβουλιών» των ολίγων δεκάδων μελών έκαστο, ατέρμονοι καυγάδες και συναλλαγές μεταξύ οργανώσεων, κομμάτων, συνιστωσών, μετώπων, προσώπων με επίδικο την «ενότητα της αριστεράς», ξυλοδαρμοί κ.λπ.) αποκρύπτει μια πλειάδα παραγόντων που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη σημερινή ανυποληψία αυτής της Αριστεράς είτε στην κοινοβουλευτική της μορφή (ΣΥΝ / ΣΥΡΙΖΑ, ΔΗ.ΑΡΙ.) είτε στη «ριζοσπαστική» εξωκοινοβουλευτική της.
Οι παράγοντες αυτοί είναι ισχυρά αλληλοεξαρτώμενοι και σαν πιο σημαντικούς θα μπορούσαμε να αριθμήσουμε:
● Την ταξική διαστρωμάτωση των οργανώσεων και των κομμάτων αυτής της Αριστεράς.
● Τη στάση που κράτησαν από το '90 και μετά απέναντι στη σχέση κοινωνικού - εθνικού - διεθνούς σε συνθήκες παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού και νέας τάξης πραγμάτων.
● Τη στάση που κράτησαν απέναντι στις «νέου τύπου» εξεγέρσεις και τα πολιτικά συμπεράσματα που έβγαλαν από παρόμοια κοινωνικά φαινόμενα (π.χ. εξέγερση του Δεκέμβρη).
Στο κείμενο που ακολουθεί θα επιχειρηθεί να αναλυθούν οι πιο πάνω παράγοντες. Από την ανάλυση αυτή θα εξαιρεθεί το ΚΚΕ, όχι γιατί δεν το αφορούν κάποια από τα στοιχεία της ανάλυσης, αλλά γιατί, πρώτον, φέρει κάποια ιδιαίτερα ταξικά, πολιτικά και οργανωτικά χαρακτηριστικά που το διαφοροποιούν σε σημαντικό βαθμό από την υπόλοιπη Αριστερά και, δεύτερον, είναι κάτι πάρα πάνω από φανερή η άρνησή του να επιδιώξει οποιοδήποτε ρόλο καταλύτη στις πολιτικές εξελίξεις.
Η επιλογή της οργανωτικής αυτάρκειας και αυτοποιητικής αναπαραγωγής της οργανωτικής του δομής αποτελεί την κυρίαρχη στρατηγική επιλογή αυτού του κόμματος.
Η ταξική διαστρωμάτωση
Η όποια δυναμική κομμάτων και οργανώσεων της σύγχρονης «ριζοσπαστικής», «ανανεωτικής» ή «επαναστατικής» Αριστεράς αναπτύσσεται κυρίως εντός των μεσαίων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας και ιδιαίτερα σε αυτά που αναδύθηκαν την τελευταία εικοσαετία.
Έτσι, εκτός από την παραδοσιακή δεξαμενή της δημοσιοϋπαλληλίας, η Αριστερά αυτή ζει και αναπτύσσεται στο χώρο των Πανεπιστημίων και της «διανόησης», στα υψηλά κλιμάκια των υπουργείων και των οργανισμών, στα ευρωπαϊκά προγράμματα, στις επιδοτούμενες ΜΚΟ, στη διαφήμιση, στη βιομηχανία του θεάματος και της «νεολαιίστικης κουλτούρας», στον ανώτερο τεχνικό κόσμο και την πληροφορική.
Η σχέση της με τον κόσμο της χειρωνακτικής εργασίας, της υπαίθρου, του μικρού μαγαζιού ή της βιοτεχνίας και της απροστάτευτης ανειδίκευτης εργασίας είναι από αναιμική έως ανύπαρκτη.
Το πνεύμα του παρασιτισμού, του καταναλωτικού ευδαιμονισμού, του ατομισμού και εστετισμού, του διανοητικού κομφορμισμού που χαρακτηρίζει αυτά τα νέα μεσαία στρώματα δεν ετρώθη από την αριστερή τοποθέτηση κάποιων μελών τους, αλλά αντίθετα καθόρισε το επίπεδο της ανάλυσης της πραγματικότητας, της οργανωτικής μορφής και της ποιότητας του πολιτικού λόγου των αντίστοιχων αριστερών οργανώσεων και κομμάτων.
Ιδιαίτερα στον χώρο της νεολαίας και των πρώτων παραγωγικών ηλικιών, η ομολογία πίστεως στις «αξίες της Αριστεράς» δεν χρειάζεται να συνοδεύεται από μια ριζική διαφοροποίηση στο επίπεδο του τρόπου ζωής σε σχέση με τους ομήλικους που ενστερνίζονται άλλες «αξίες», πέρα ίσως από την τήρηση κάποιων κανόνων αριστερού λάιφ στάιλ και πολιτικής ορθότητος.
Επιπρόσθετα η μεταμοντέρνα δυσανεξία απέναντι σε σταθερές συλλογικές ταυτότητες οδηγεί και σε μια χαλαρή κι εξατομικευμένη δέσμευση απέναντι στις συλλογικότητες (οργάνωση, συνδικάτο κ.λπ.).
Έχει συνεπώς ενδιαφέρον να εντοπίσει κανείς ομοιότητες στην πολιτική συμπεριφορά που επέδειξαν οι πολιτικοί σχηματισμοί αυτής της Αριστεράς με χαρακτηριστικά της κοινωνικής συμπεριφοράς των νέων μεσαίων στρωμάτων.
Έτσι, τη στιγμή που ξέσπαγε με σφοδρότητα στη χώρα η κρίση του χρέους και οδηγούνταν στη χρεοκοπία (πραγματικά και μεταφορικά) το οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο της μεταπολίτευσης, η συγκεκριμένη Αριστερά μιλούσε για «κρίση - πρόσχημα», «για τρικ του αστισμού» και λοιπές αστειότητες άρνησης της πραγματικότητας, βουτηγμένη στη μακαριότητα της καθημερινότητάς της: εξαγγελία μιας νέας αντιρατσιστικής πορείας, κινητοποίηση σε κάποια συνοικία για την αστυνομική αυθαιρεσία και νιοστή κατάληψη κάποιας πρυτανείας για το άσυλο.
Όταν σύντομα κατάλαβε το μέγεθος του προβλήματος και τη βαναυσότητα της επίθεσης από τη μεριά της κυβέρνησης και των ελίτ που την στηρίζουν, άρχισε μια ακατάσχετη συνθηματολογία για «λεφτά που υπάρχουν», για «λαϊκά ομόλογα», για «πανευρωπαϊκές απεργίες» και λοιπές μπαρούφες, κάλυμμα της αδυναμίας οργάνωσης της λαϊκής ανταπάντησης, εδώ και τώρα και στο ίδιο επίπεδο σφοδρότητας με την επίθεση που δέχεται ο λαός και η χώρα.
Συνακόλουθα υποστηρίχτηκαν και τότε διαδικασίες και μέθοδοι πάλης που προσιδιάζουν στις παρελθούσες περιόδους της ευμάρειας, της ανάπτυξης και της «κοινωνικής συναίνεσης», στη θερμοκοιτίδα δηλαδή που ενηλικιώθηκαν τα νέα μεσαία στρώματα, και όχι σε μια περίοδο θανάσιμου ταξικού ανταγωνισμού όπου ο «θάνατος» πλατιών κοινωνικών στρωμάτων και ίσως και της ίδιας της χώρας είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη «ζωή» των ντόπιων ελίτ και των υπερεθνικών προστατών ή συνεργατών τους. Συνεπώς: αναμονή από τα συνδικάτα - εξαγγελία 24ωρης απεργίας - πορεία - αναμονή για νέα εξαγγελία - νέα απεργία ή στάση εργασίας, κλπ, κλπ.
Όπως ήταν αναμενόμενο, ο πρώτος γύρος της αντιπαράθεσης έληξε με καθαρή νίκη (προσωρινή, ελπίζουμε) των κατοχικών δυνάμεων και της κυβέρνησης ανδρεικέλων του Παπανδρέου, καθώς ο τελευταίος, με την αμέριστη συμπαράσταση των ΜΜΕ, κατόρθωσε να πλασάρει εαυτόν ως εθνοσωτήρα που με τα μέτρα του αποσόβησε την άμεση πτώχευση της χώρας.
Ο λαός παραμένει παραζαλισμένος από τα χτυπήματα, το πολίτευμα ολιγαρχοποιείται τάχιστα, η χώρα οδεύει σε πλήρη εκποίηση, αν όχι διάλυση, η εθνική κυριαρχία περιορίζεται όχι μόνο σε επίπεδο εθνικής οικονομίας αλλά και σε εκείνο της εθνικής ακεραιότητας και η εν λόγω Αριστερά βγάζει τα «συμπεράσματά» της:
Είτε φταίει η «κακούργα κενωνία» κι ο «καθυστερημένος» λαός που δεν καταλαβαίνουν την (ανύπαρκτη) αριστερή πρόταση «αγώνα κι εξόδου από την κρίση», είτε φταίνε οι «αντικειμενικές συνθήκες», είτε φταίει «η πολυδιάσπαση της Αριστεράς» (άρα ξανά κι απ' την αρχή το προσφιλές σπορ των συζητήσεων και των πάρε - δώσε για μια «νέα» ενότητα της Αριστεράς), είτε τέλος το προγραμματικό, ιδεολογικό και οργανωτικό κενό αναπληρώνεται με κραυγαλέες διακηρύξεις για ένα «νέο ΕΑΜ», μια «νέα παλιγγενεσία», ένα «νέο '17» και άλλα ηρωικά και ταυτόχρονα πένθιμα, όταν εξαγγέλλονται από τη συγκεκριμένη αριστερά!
Συνάμα, σε πιο ατομικό επίπεδο, η αποστράτευση και η απογοήτευση των ειλικρινών οπαδών και η λογική ο σώζων εαυτόν σωθήτω των «περαστικών», κάνουν ορατά πια τα σημάδια τους εντείνοντας τον κίνδυνο της πολιτικής κατάρρευσης.
Συνοψίζοντας διαπιστώνουμε ότι οι πολιτικές αντιδράσεις αυτού του χώρου βρίσκονται σε συνάφεια με τη μεσοαστική ταξική του βάση. Ο μοντέρνος μεσοαστός βλέπει την καταστροφή να έρχεται, αλλά συνεχίζει να ζει στη λάιφ στάιλ μακαριότητά του.
● Όταν εκείνη έρθει, πανικόβλητος προσπαθεί να αντιδράσει, αλλά έχει ξεχάσει πως τα όπλα του είναι σκουριασμένα (συχνά, δε, στο πίσω μέρος του μυαλού του εξακολουθεί να παραμυθιάζεται με την ελπίδα πως κάτι θα γίνει και τα «πράγματα θα αλλάξουν»).
● Όταν η καταστροφή συντελείται, τότε είτε ρίχνει το φταίξιμο στους «άλλους», είτε το ρίχνει στους αυτοοικτιρμούς και την ομφαλοσκόπηση είτε «αντιμετωπίζει» την πραγματικότητα πυροβολώντας την με τους ευσεβείς του πόθους…
Εν τέλει θα ήταν ιστορικά παράδοξο πολιτικές οργανώσεις μεσοαστών να μπορούσαν να συνθέσουν και να οργανώσουν τη λαϊκή πάλη απέναντι σε μιας τέτοιας έκτασης πολύπλευρη επίθεση, όπως αυτή που δέχεται σήμερα ο ελληνικός λαός, χωρίς να αυτοαναιρεθούν.
Η ύπαρξη, εντός της υπό περιγραφή Αριστεράς, αξιόλογων φωνών και ομαδοποιήσεων, που δείχνουν να αντιλαμβάνονται το διακύβευμα και σίγουρα μπορούν να βοηθήσουν στην οργάνωση της λαϊκής άμυνας δεν αναιρεί την εικόνα που εκπέμπει ο μέσος όρος.
Η αναμενόμενη κατάρρευση πλήθους μεσοστρωμάτων, ακόμα και των ευνοημένων της τελευταίας δεκαετίας, απειλεί να συμπαρασύρει και τους πολιτικούς τους εκφραστές και όχι μόνο στα κόμματα εξουσίας…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου